1/17/2019

Γενικό Σύστημα Υγείας. Όμηρος του ΠΙΣ;

 

Ο ΠΙΣ, παραμονές της έναρξης της λειτουργίας του ΓεΣΥ, εντείνει τη συγκρουσιακή τακτική που υιοθέτησε με στόχο τον τορπιλισμό της μεταρρύθμισης του τριτοκοσμικού μας συστήματος υγειονομικής περίθαλψης, του στίγματος που μας διακρίνει ως μοναδικούς μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Ένα σύστημα στο οποίο ο ασθενής, από υποκείμενο ενός βασικότατου κοινωνικού δικαιώματος, αυτού της υγείας, έγινε αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης της ανάγκης του, λόγω των ταπεινωτικών συνθηκών πρόσβασης στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας και της ασυδοσίας του ιδιωτικού τομέα υγείας.

 

Η ηγεσία του ΠΙΣ, στα πλαίσια της εκβιαστικής τακτικής της, κάλεσε τα μέλη του να μποϋκοτάρουν το ΓεΣΥ, αν η Κυβέρνηση δεν ικανοποιήσει τις οικονομικές τους απαιτήσεις και ενσωματώσει στο ΓεΣΥ τις σημερινές αναχρονιστικές δομές παροχής υπηρεσιών, οι οποίες τους μόνους που βολεύουν είναι τους παρόχους υπηρεσιών και ιδιαίτερα τους λεγόμενους μεγαλογιατρούς. Το πρόσφατο μήνυμα του Προέδρου του ΠΙΣ, πέραν από την αθλιότητα των χαρακτηρισμών του, είναι δείγμα άκρας ιδιοτέλειας, μιζέριας κοινωνικής ευθύνης και ελλείμματος επαγγελματικής ηθικής. Οι εκπρόσωποι του ΠΙΣ, σχίζουν τα ιμάτια τους, όπως οι φαρισσαίοι, για ένα «σωστό και ποιοτικό ΓεΣΥ», μια φράση την οποία αναμασούν χωρίς να προσδιορίζουν το περιεχόμενο της. Το ΓεΣΥ, για το οποίο αγωνίζονται, θα πρέπει πρώτα να εξυπηρετεί τα κατ’ αυτούς «καλώς νοούμενα» συμφέροντα των γιατρών, προκειμένου «να συνεχίσουν να μας προσφέρουν υπηρεσίες υψηλής ποιότητας». Ενδεικτική των υπερβολικών απαιτήσεων των γιατρών είναι η θέση της ουρολογικής εταιρείας ότι για « ..συνέχιση της παροχής υψηλού επιπέδου ουρολογικής υγείας στους πολίτες» το ΓεΣΥ θα πρέπει να τους αποζημιώσει «…για το κόστος του ήδη αγορασμένου πανάκριβου εξοπλισμού των ουρολόγων ο οποίος χρειάζεται να ενταχθεί στο σύστημα και επιπλέον…» να καλύπτει «…τη συντήρηση και τα έξοδα αντικατάστασης αυτού (του εξοπλισμού)». Πρόκειται για εξωφρενικό αίτημα από μέρους ελεύθερων επαγγελματιών. Μια καλή επιλογή για τους ίδιους θα ήταν να γίνουν υπάλληλοι των κρατικών υπηρεσιών υγείας με κλίμακα Α.16 και να έχουν στη διάθεση τους τον εξοπλισμό των νοσοκομείων με το αζημίωτο, με μόνο μειονέκτημα ότι ο μισθός δεν θα είναι μαύρο χρήμα και θα υπόκειται στην πληρωμή φόρων και εισφορών!

 

Από τα συμφραζόμενα των καθημερινών δηλώσεων της ηγεσίας του ΠΙΣ και των εταιρειών των διαφόρων ιατρικών ειδικοτήτων, το ΓεΣΥ θα γίνει «σωστό και ποιοτικό», όταν (α) αυξήσει τον προϋπολογισμό του (και τις αμοιβές τους), έτσι που οι δαπάνες υγείας, από 7%, να ανέλθουν στο ποσοστό των 9% του ΑΕΠ μας, με το ανόητο επιχείρημα ότι τόσα δαπανούν κατά μέσο όρο οι χώρες της ΕΕ και συνεπακόλουθο την άμεση αύξηση των εισφορών της τάξης των 30%, ένα λογαριασμό που θα επωμισθούν οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι επιχειρήσεις και οι φορολογούμενοι, (β) επιτρέψει την άσκηση ιδιωτικής ιατρικής ως στοιχείο του συστήματος παροχής υπηρεσιών προς δικαιούχους, αφήνοντας έτσι ανοικτό το παράθυρο για αδήλωτα εισοδήματα και εκμετάλλευση των ασθενών, (γ) αναλάβει τον επιχειρηματικό κίνδυνο ιδιωτικών επενδύσεων σε νοσοκομειακές κλίνες και εξοπλισμό και (δ) περιορίσει τον χρόνο εξυπηρέτησης των δικαιούχων σε υπαλληλικά ωράρια, ενώ κατά άλλα οι γιατροί δεν δέχονται υπαλληλοποίηση τους. Το συμπέρασμα είναι ότι το «σωστό και ποιοτικό ΓεΣΥ», κατά τους γιατρούς, ταυτίζεται με την εξασφάλιση όσον το δυνατόν υψηλότερων απολαβών.

 

Η μετάβαση από το υφιστάμενο σύστημα σε ένα νέο εθνικό σύστημα εξυπακούει μεταρρύθμιση, ένα νέο θεσμικό πλαίσιο: νέες προσεγγίσεις σ’ ότι αφορά τη χρηματοδότηση, την οργάνωση και τα συστήματα αμοιβών των παρόχων. Ο ΠΙΣ στην ουσία απορρίπτει το μεταρρυθμιστικό στοιχείο, ως συνιστώσα της αλλαγής και απλώς επιδιώκει τη συγκόλληση δυο προβληματικών τομέων, του ιδιωτικού τομέα της ασυδοσίας και της συναλλαγής και του κακοδιοικούμενου δημόσιου τομέα, με αποτέλεσμα ούτε τη βελτίωση της εξυπηρέτησης των ασθενών ούτε τον έλεγχο των δαπανών να πετύχουμε. Ενδεικτική του αρνητισμού του ΠΙΣ είναι η αφοριστική δήλωση ηγετικού στελέχους του, στις 25.11.2018, ότι το ΓεΣΥ στην Κύπρο θα είναι η «…αναβίωση χρεωκοπημένων συστημάτων που έχουν εγκαταλειφθεί παντού στον κόσμο…». Πάντως, αυτός ο κόσμος δεν είναι ο πλανήτης Γη. Προφανώς θα έχει υπόψη του κάποιον άλλο πλανήτη!

 

Η κατάσταση που δημιούργησε ο πόλεμος που κήρυξε ο ΠΙΣ εναντίον του ΓεΣΥ τη δωδεκάτη της εισαγωγής του, ανέδειξε κα τις αδυναμίες των ηγεσιών του Υπουργείου Υγείας και του ΟΑΥ να χειριστούν ζωτικά ζητήματα, ενδίδοντας σε απαιτήσεις των γιατρών, οι οποίες παραβιάζουν βασικές αρχές του ΓεΣΥ.

 

Το 2017, πριν ακόμη ξεσπάσει η σημερινή σύγκρουση, έγινε αποδεκτό και νομοθετήθηκε το αίτημα του ΠΙΣ για απευθείας πρόσβαση στους ειδικούς γιατρούς, χωρίς κανένα περιορισμό, εκτός από την αυξημένη συμπληρωμή. Πρόκειται για στοιχειώδες λάθος: ενώ όλοι οι δικαιούχοι υποχρεούνται, με βάση το Νόμο, να εγγραφούν στο κατάλογο προσωπικού γενικού γιατρού, οποίος θα λαμβάνει από τον ΟΑΥ ετήσιο κατά κεφαλή τέλος €120 περίπου για τις υπηρεσίες που θα προσφέρει σε ασθενείς εγγεγραμμένους στον κατάλογο του, ο ασθενής, κάνοντας ο ίδιος διάγνωση της πάθησης του, έχει το απόλυτο δικαίωμα να αποταθεί απευθείας σε ειδικό, που ο ίδιος κρίνει κατάλληλο. Η διαδικασία της αυτοδιάγνωσης και αυτοπαραπομπής, πέραν του ότι είναι αντιεπιστημονική και επικίνδυνη για την υγεία, συνεπάγεται αχρείαστες δαπάνες. Από τη μια θα έχουμε γενικούς γιατρούς που θα αμείβονται για δικαιούχους στους οποίους δεν θα προσφέρουν υπηρεσίες και από την άλλη ο ΟΑΥ θα πληρώνει για τους ίδιους δικαιούχους για υπηρεσίες ειδικού, οι οποίες θα μπορούσαν σ΄ ένα μεγάλο ποσοστό να παρασχεθούν, χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση, από γενικό γιατρό. Αν υποθέσουμε ότι ένα ποσοστό της τάξης των 20% (ρεαλιστική υπόθεση) θα προσφεύγουν απευθείας σε ειδικούς, το αποτέλεσμα θα είναι μια επιβάρυνση της τάξης των €20 εκ. ετησίως για γενικούς γιατρούς χωρίς αντίκρισμα υπηρεσιών και επιπλέον αχρείαστη δαπάνη για υπηρεσίες ειδικών. Από τη στιγμή που υιοθετήθηκε η απευθείας πρόσβαση σε ειδικούς, η υποχρεωτική εγγραφή σε προσωπικούς γιατρούς δεν έχει θέση στο σύστημα.

 

Ακολούθησε η πρόσφατη απόφαση για αύξηση των αμοιβών των προσωπικών γιατρών (παιδιάτρων και γενικών γιατρών) κατά 20%, μετά την απειλή της παιδιατρικής εταιρείας για μποϊκοτάρισμα του ΓεΣΥ. Πρόκειται για σοβαρό λάθος τακτικής στα πλαίσια της συλλογικής διαπραγμάτευσης των όρων προσφοράς υπηρεσιών. Ο ΟΑΥ προέβη σε μονομερή παραχώρηση, χωρίς να εξασφαλίσει ότι η παιδιατρική εταιρεία θα ανακαλούσε την έκκληση προς τα μέλη της για μη ένταξη στο ΓΕΣΥ. Αντίθετα, οι παιδίατροι επανήλθαν με νέο αίτημα για περαιτέρω αύξηση των αμοιβών τους κατά 10%. Είναι μια γκάφα πρωτάρηδων στη συλλογική διαπραγμάτευση από πλευράς ΟΑΥ, ως αποτέλεσμα κακής εκτίμησης της αιτίας της αντίδρασης των παιδιάτρων: η αιτία δεν είναι το ύψος του κατά κεφαλήν τέλους, το οποίο ήταν από την αρχή αρκούντως ικανοποιητικό, αλλά ο δυσανάλογα μεγάλος αριθμός παιδιάτρων σε σχέση με τον παιδικό πληθυσμό της Κύπρου. Το πλεόνασμα προσφοράς γέννησε το αίτημα για αχρείαστη και αδικαιολόγητη αύξηση των τελών, ώστε ο κάθε παιδίατρος, είτε πλήρως η μερικώς απασχολούμενος, να έχει το εισόδημα που ο ίδιος θεωρεί ικανοποιητικό. Πρόκειται για ικανοποίηση μιας μορφής έμμεσης προκλητής (αχρείαστης)ζήτησης: όταν υπάρχει πλεόνασμα προσφοράς στον τομέα της υγείας, οι πάροχοι αυξάνουν τη ζήτηση π.χ. με την πρόκληση αχρείαστων επισκέψεων, εισαγωγών σε νοσοκομεία, διαγνωστικών εξετάσεων.

 

Ένα άλλο λάθος του ΟΑΥ είναι η απόφαση για επιβάρυνση των ασθενών με €25 για επίσκεψη σε προσωπικό γιατρό μεταξύ 8 μ.μ. και 8 π.μ. και τα Σαββατοκυρίακα και τις αργίες, για αποθάρρυνση των δικαιούχων να «ενοχλούν» τους γιατρούς σε μη εργάσιμες ώρες. Το μόνο που θα πετύχει το μέτρο αυτό είναι το συνωστισμό ασθενών στα τμήματα πρώτων βοηθειών των νοσοκομείων, όπως συμβαίνει σήμερα, και το άνοιγμα του παραθύρου για εκμετάλλευση των ασθενών από τους γιατρούς.

 

Η περιττή δαπάνη που συνεπάγεται η απευθείας πρόσβαση σε ειδικούς, από άτομα υποχρεωτικώς εγγεγραμμένα σε προσωπικούς γιατρούς και η αλόγιστη αύξηση αμοιβών των προσωπικών γιατρών, αν είναι μέσα στα πλαίσια των χρηματοδοτικών δυνατοτήτων του ΓεΣΥ, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για παροχή βασικών οδοντιατρικών υπηρεσιών, τις οποίες σήμερα παρέχουν τα Κυβερνητικά Οδοντιατρεία στους δικαιούχους των Δημόσιων Υπηρεσιών Υγείας.

 

Τέλος, τόσο το Υπουργείο Υγείας όσοι και ο ΟΑΥ, ως οι θεματοφύλακες των δικαιωμάτων των πολιτών, χωρίς να παραγνωρίζουν τα καλώς νοούμενα συμφέροντα των καλόπιστων παρόχων υπηρεσιών υγείας, δεν μπορεί να αντιμετωπίζουν τα οποιαδήποτε αιτήματα του ΠΙΣ, κατά τρόπο που το ΓεΣΥ να καταντήσει όμηρος του ΠΙΣ.

 

Του Παναγιώτη Δ. Γιάλλουρου
Προϊστάμενου της μονάδας σχεδιασμού
του ΓεΣΥ την περίοδο 1982-1983 και
πρώην Διευθυντή Διοίκησης, Υπουργείο Υγείας.

Τελευταία Νέα